Τρεις Πίθηκοι (Nuri Bilge Ceylan, 2008)
Επιστροφή στις ταινίες και μάλιστα πετυχημένη. Αν και είναι η πρώτη μου γνωριμία με το έργο του Ceylan, πλέον ανυπομονώ να δω και τις παλαιότερες ταινίες του. Δίκαια βραβευμένος από το Φεστιβάλ των Καννών για τη σκηνοθεσία του στους Τρεις Πιθήκους, ο Τούρκος σκηνοθέτης προσφέρει ένα μάθημα δεξιοτεχνίας. Για την απίστευτα δουλεμένη ψηφιακή εικόνα του. Για τα χρώματα, για τις σκιές, για την ατμόσφαιρά του. Για τον μοναδικό τρόπο με τον οποίο καταργεί το βάθος πεδίου, προκειμένου να επικεντρωθεί στις αντιδράσεις και να αποδώσει τα συναισθήματα των ηρώων του. Για τη λιτότητα και τη δύναμη του ήχου. Για το πώς δημιουργεί τα φαντάσματα που διέπουν την ταινία και στοιχειώνουν τους χαρακτήρες του.
Ένας φιλόδοξος πολιτικός φορτώνει στον οδηγό του ένα ατύχημα, προσφέροντας ως αντάλλαγμα χρήματα στην οικογένειά του, όσο θα βρίσκεται στη φυλακή. Όσο όμως λείπει, η γυναίκα του θα ξεκινήσει ερωτική σχέση με τον πολιτικό και θα τον ερωτευτεί. Ο γιος στην αρχή αντιδρά με μένος κατά της μητέρας του, αλλά φαίνεται να ηρεμεί όταν αποκτά το αυτοκίνητο που ήθελε με τα χρήματα του πολιτικού. Το ίδιο και ο άνδρας, όταν βγει από τη φυλακή, αρχικά αντιδρά οργισμένα προς το γιο του και τη γυναίκα του, αλλά στη συνέχεια θα καταπιεί την οργή του. Όμως το πάθος της γυναίκας εξακολουθεί να υπάρχει και έτσι ο ένας από τους άντρες του σπιτιού θα φροντίσει να το σβήσει μια για πάντα. Ο κύκλος θα κλείσει με τον πατέρα να κουκουλώνει το έγκλημα όπως ακριβώς έκανε και ο εργοδότης του.
Φαίνεται πολύπλοκο αλλά δεν είναι. Οι Τρεις Πίθηκοι είναι η ιστορία τριών μελών μιας οικογένειας που αρνούνται να δουν την πραγματικότητα που τους κατακλύζει, εθελοτυφλούν, κάνουν τις πάπιες (τους πίθηκους), αφήνοντας το πρόβλημα να τους προσπεράσει και μεταθέτοντάς το αλλού. Το κέντρο της ιστορίας είναι η σχέση βίας (είτε εκδηλώνεται είτε όχι) και εξουσίας. Ναι μεν η βία ξεκινά από την κορυφή της πυραμίδας, από έναν κάτοχο εξουσίας. Όμως σχέσεις εξουσίας και βίας υπάρχουν παντού, πόσο μάλλον στο κέντρο της οικογένειας όπου μετατίθεται το πρόβλημα. Από τη βία της πληρωμής, του χρηματισμού, στη σωματική βία του γιου, που εμφορείται από τους παραδοσιακούς κώδικες τιμής αλλά φαίνεται να υποκύπτει στη γοητεία του χρήματος. Από τη βία του άντρα, στην υπέροχη σκηνή στο κρεβάτι, στη βία του γέλιου της γυναίκας. Από τη βία του εγκλήματος του γιου στη βία του πατέρα που ακολουθεί τυφλά ("πιθηκίζει") το παράδειγμα του τέως αφεντικού του, βρίσκοντας ένα εξιλαστήριο θύμα στο οποίο μπορεί να ασκήσει εξουσία, τον φτωχό μετανάστη. Ωστόσο αυτή η βία δεν ξεσπά ακριβώς όπως θα φανταζόμασταν για μια συντηρητική τουρκική κοινωνία. Είναι βία πνιγμένη, υπόκωφη. Δεν είναι τυχαίο ότι οι αντρικές φιγούρες μοιάζουν με καρικατούρες, ξεπερασμένες από το χρόνο. Και για τους δύο μεσήλικες άντρες έχουν επιλεγεί χαρακτηριστικά γλοιώδεις φιγούρες, αποκρουστικές. Επίσης δεν μου φαίνεται τυχαίο ότι βλέπουμε και τους τρεις άντρες της ταινίας να εκκρίνουν υγρά - αίμα, ιδρώτα, εμετό. Η γυναίκα αντίθετα αποπνέει μόνο πάθος. Θεωρώ ότι υπάρχει μια γυναικεία ματιά στην ταινία, και αυτό δικαιολογείται από το γεγονός ότι το σενάριο υπογράφει και η σύζυγος του σκηνοθέτη.
Και επειδή φυσικά μας απασχόλησε μάλλον όλους από πού προέρχεται ο τίτλος, βασίζεται σε ένα μύθο όπου πρωταγωνιστούν τρεις πίθηκοι, και ο ένας κλείνει τα μάτια για να μην βλέπει, ο άλλος το στόμα για να μη μιλάει και ο άλλος τα αυτιά για να μην ακούει. Το πιο ωραίο φυσικά είναι το πώς ο μύθος μετουσιώνεται από τον Ceylan σε εικόνες και σε δράμα.
Ένας φιλόδοξος πολιτικός φορτώνει στον οδηγό του ένα ατύχημα, προσφέροντας ως αντάλλαγμα χρήματα στην οικογένειά του, όσο θα βρίσκεται στη φυλακή. Όσο όμως λείπει, η γυναίκα του θα ξεκινήσει ερωτική σχέση με τον πολιτικό και θα τον ερωτευτεί. Ο γιος στην αρχή αντιδρά με μένος κατά της μητέρας του, αλλά φαίνεται να ηρεμεί όταν αποκτά το αυτοκίνητο που ήθελε με τα χρήματα του πολιτικού. Το ίδιο και ο άνδρας, όταν βγει από τη φυλακή, αρχικά αντιδρά οργισμένα προς το γιο του και τη γυναίκα του, αλλά στη συνέχεια θα καταπιεί την οργή του. Όμως το πάθος της γυναίκας εξακολουθεί να υπάρχει και έτσι ο ένας από τους άντρες του σπιτιού θα φροντίσει να το σβήσει μια για πάντα. Ο κύκλος θα κλείσει με τον πατέρα να κουκουλώνει το έγκλημα όπως ακριβώς έκανε και ο εργοδότης του.
Φαίνεται πολύπλοκο αλλά δεν είναι. Οι Τρεις Πίθηκοι είναι η ιστορία τριών μελών μιας οικογένειας που αρνούνται να δουν την πραγματικότητα που τους κατακλύζει, εθελοτυφλούν, κάνουν τις πάπιες (τους πίθηκους), αφήνοντας το πρόβλημα να τους προσπεράσει και μεταθέτοντάς το αλλού. Το κέντρο της ιστορίας είναι η σχέση βίας (είτε εκδηλώνεται είτε όχι) και εξουσίας. Ναι μεν η βία ξεκινά από την κορυφή της πυραμίδας, από έναν κάτοχο εξουσίας. Όμως σχέσεις εξουσίας και βίας υπάρχουν παντού, πόσο μάλλον στο κέντρο της οικογένειας όπου μετατίθεται το πρόβλημα. Από τη βία της πληρωμής, του χρηματισμού, στη σωματική βία του γιου, που εμφορείται από τους παραδοσιακούς κώδικες τιμής αλλά φαίνεται να υποκύπτει στη γοητεία του χρήματος. Από τη βία του άντρα, στην υπέροχη σκηνή στο κρεβάτι, στη βία του γέλιου της γυναίκας. Από τη βία του εγκλήματος του γιου στη βία του πατέρα που ακολουθεί τυφλά ("πιθηκίζει") το παράδειγμα του τέως αφεντικού του, βρίσκοντας ένα εξιλαστήριο θύμα στο οποίο μπορεί να ασκήσει εξουσία, τον φτωχό μετανάστη. Ωστόσο αυτή η βία δεν ξεσπά ακριβώς όπως θα φανταζόμασταν για μια συντηρητική τουρκική κοινωνία. Είναι βία πνιγμένη, υπόκωφη. Δεν είναι τυχαίο ότι οι αντρικές φιγούρες μοιάζουν με καρικατούρες, ξεπερασμένες από το χρόνο. Και για τους δύο μεσήλικες άντρες έχουν επιλεγεί χαρακτηριστικά γλοιώδεις φιγούρες, αποκρουστικές. Επίσης δεν μου φαίνεται τυχαίο ότι βλέπουμε και τους τρεις άντρες της ταινίας να εκκρίνουν υγρά - αίμα, ιδρώτα, εμετό. Η γυναίκα αντίθετα αποπνέει μόνο πάθος. Θεωρώ ότι υπάρχει μια γυναικεία ματιά στην ταινία, και αυτό δικαιολογείται από το γεγονός ότι το σενάριο υπογράφει και η σύζυγος του σκηνοθέτη.
Και επειδή φυσικά μας απασχόλησε μάλλον όλους από πού προέρχεται ο τίτλος, βασίζεται σε ένα μύθο όπου πρωταγωνιστούν τρεις πίθηκοι, και ο ένας κλείνει τα μάτια για να μην βλέπει, ο άλλος το στόμα για να μη μιλάει και ο άλλος τα αυτιά για να μην ακούει. Το πιο ωραίο φυσικά είναι το πώς ο μύθος μετουσιώνεται από τον Ceylan σε εικόνες και σε δράμα.
M.M.