Μετά από απουσία ενός χρόνου ακριβώς, έφτασε η ώρα και η ταινία για να επανέλθω με μία επετειακή δημοσίευση. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν υπήρξαν καλές ταινίες κατά τη διάρκεια της χρονιάς που πέρασε. Για την ακρίβεια, μπορώ να θυμηθώ δύο! Αλλά δεν θα τις αποκαλύψω εδώ, τις κρατάω για να ξαναγράψω όταν μου έρθει έμπνευση.
Δύο χρόνια μετά από το "Χωρισμό" του, o Ασγκάρ Φαραντί επιστρέφει με έναν ακόμα χωρισμό, με την ταινία του αυτή τη φορά να ονομάζεται "Το Παρελθόν". Ο Ιρανός πρωταγωνιστής του έρχεται στη Γαλλία για να ρυθμίσει τις τελευταίες λεπτομέρειες του διαζυγίου του. Εκεί βρίσκει την πρώην σύντροφό του, Μαρί, να συζεί ήδη με τον νέο της άντρα, τον Σαμίρ, και να περιμένει παιδί από αυτόν. Ενώ όμως το διαζύγιο είναι απλά τυπική διαδικασία (αντίθετα με τη δικαστική περιπέτεια του πρωταγωνιστή στο "Χωρισμό"), ο Αχμάντ βρίσκεται στο επίκεντρο της νέας οικογένειας και καλείται να μεσολαβήσει ώστε να αποκατασταθεί η εύθραυστη ισορροπία της. Διότι ο Αχμάντ δεν είναι ο μόνος "εισβολέας" από το παρελθόν, αλλά γίνεται και ο "σύνδεσμος" καθώς καλείται να συνδέσει το παζλ των γεγονότων που οδήγησαν την πρώην γυναίκα του Σαμίρ στην αυτοκτονία και να ξαναστεριώσει τους δεσμούς μεταξύ των μελών της οικογένειας.
Στην τρίτη του ταινία που κυκλοφορεί ευρέως στην Ευρώπη (οι προηγούμενες δύο έχουν κυκλοφορήσει, στη Γαλλία τουλάχιστον, μεταγενέστερα), ο Φαραντί ήδη έχει εδραιωθεί και μέσω των βραβείων που κερδίζει, αλλά και καθιερώνοντας το χαρακτηριστικό ύφος και τις ιδιαίτερές του θεματικές. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι τα δύο θέματα που ξεχωρίζουν στον κινηματογράφο του είναι η αμφιβολία και η ενοχή. Η αμφιβολία που διαδίδεται, από πρωταγωνιστή σε πρωταγωνιστή και από τους πρωταγωνιστές στον θεατή, και η ενοχή που μετατίθεται από τον έναν στον άλλον. Είναι εμφανές εξαρχής ότι η Μαρί και ο Σαμίρ δεν αποδέχονται τη δική τους ενοχή και έτσι αυτή μετατίθεται στους δευτερεύοντες χαρακτήρες. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι ο τρόπος που χτίζονται τα σενάρια του Ιρανού σκηνοθέτη αρχίζουν να μοιάζουν με μανιέρα. Αλλά προς το παρόν κάθε φορά είναι κάτι εξίσου φρέσκο που σε καμία περίπτωση δεν κουράζει, αντίθετα κρατάει στη θέση του τον θεατή. Ακόμα και η ιστορία του μεσάζοντα που μεσολαβεί για χάρη ενός δικού του ανθρώπου μου θυμίζει το "Beautiful City", που είναι επίσης η ιστορία μιας μεσολάβησης. Όπως επίσης ο τρόπος με τον οποίον οι πρωταγωνιστές διασχίζουν τις πολεις, είτε βρίσκονται στο Ιράν είτε στη Γαλλία, δίπλα στις γραμμές των τραίνων, στις άκρες των τελευταίων προαστίων.
Στη σκηνοθεσία αντιστοίχως ο Φαραντί καθιερώνει το προσωπικό του στιλ, εστιάζοντας πάνω απ' όλα στα συναισθήματα. Διακρίνονται δύο βασικά μοτίβα, πάνω στα οποία στηρίζει όλη τη σκηνοθεσία του και τους συμβολισμούς του. Το ένα είναι τα χέρια: από τα πρώτα πλάνα της επανεύρεσης του πρώην ζεύγους στο αεροδρόμιο βλέπουμε το τραυματισμένο και αμήχανο χέρι της πρωταγωνίστριας, χωρίς να μάθουμε καν το λόγο για τον οποίο υποφέρει. Έτσι ο πρώην άντρας της αναλαμβάνει να αλλάζει ταχύτητες στο αυτοκίνητο. Και όπως αναλαμβάνει αυτόν τον ρόλο, έτσι θα αναλάβει να "βάλει το χέρι του" για να βοηθήσει τη γυναίκα του να ξαναστήσει τη ζωή της και να γίνει άθελά του ο καταλύτης στη νέα της οικογένεια, που δεν είναι πια δική του. Όλα περνάνε από τα χέρια, από τη χαλαρή χειραψία με το γιο του Σαμίρ, στη συνέχεια με τη "μη χειραψία" με τον Σαμίρ, στην αποκατάσταση της σχέσης μητέρας-κόρης, στην τρυφερότητα του Σαμίρ όταν κόβει τα νύχια του γιου του, αφού εκείνος του έχει κάνει τις πιο δύσκολες ερωτήσεις, στο υπέροχο πλάνο με το χέρι της Μπερενίς Μπεζό μπροστά στην πόρτα του αγαπημένου της και, πάνω απ' όλα, στο τελευταίο πλάνο, με τα χέρια που κρατάνε στη ζωή ή, αλλιώς, με το παρελθόν που δεν θέλει να αφήσει το μέλλον να ησυχάσει.
Το δεύτερο μοτίβο είναι οι πόρτες και τα παράθυρα που παρεισφρύουν διαρκώς και κόβουν το κάδρο, άλλοτε άνοιχτές, άλλοτε μισάνοιχτες, άλλοτε κλειστές, ανάλογα με τις σχέσεις ανάμεσα στους πρωταγωνιστές, την εγγύτητα ή την απομάκρυνσή τους. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι με όλα αυτά η εικόνα γίνεται υπερφορτωμένη. Ότι ο Ιρανός σκηνοθέτης έχει χάσει την απλότητα των πρώτων ταινιών του και ότι αυτές έχουν χάσει το κοινωνικό τους υπόβαθρο. Όσο αληθή και αν είναι όλα αυτά, παραμένει απολαυστικός και περιμένουμε την επόμενη ταινία του.
MM
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου