Ο Μαρσέλ Μαρξ, αφού έζησε την μποέμικη ζωή στο Παρίσι ("La vie de bohème", την πρώτη ταινία που γύρισε ο Καουρισμάκι στη Γαλλία), βρίσκει καταφύγιο στο Λιμάνι της Χάβρης, όπου εξασκεί το επάγγελμα του λούστρου, "το πιο κοντινό στους ανθρώπους και το πιο πιστό στην επί του όρους ομιλία"(!). Η συμπάθεια του Καουρισμάκι για την εργατική τάξη και το περιθώριο είναι δεδομένη (όπως άλλωστε οι αναφορές του στον Μαρξ και στη Βίβλο), αλλά αυτό δεν τον εμποδίζει να ξεκινήσει την ταινία με μια επίδειξη κυνισμού και μαύρου χιούμορ, με τον ήρωά του να χαίρεται επειδή ο πελάτης του πρόλαβε να τον πληρώσει πριν τον χτυπήσει αυτοκίνητο. Αυτή τη φορά όμως ο Καουρισμάκι στρέφεται σε ένα θέμα της επικαιρότητας που, όπως λέει ο ίδιος, πάντα τον απασχολούσε και θεωρούσε πως ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος δίσταζε να το θέσει, την παράνομη μετανάστευση. Αφού γύρισε όλες τις ακτές της Γαλλίας, έπιασε λιμάνι στη Χάβρη, που πιθανόν, σαν μια πόλη ξεχασμένη σε μια άλλη εποχή, ταίριαζε στην ατμόσφαιρα της ταινίας.
Διότι αν και αναφέρεται στην επικαιρότητα, ο Καουρισμάκι κατασκευάζει το περιβάλλον της ταινίας λες και οι ήρωές του ζούσαν στη δεκαετία του 50. Τόσο η διακόσμηση, τα αυτοκίνητα, τα χρώματα, όσο και τα πολλαπλά στρώματα σινεφιλικών αναφορών, με τα ονόματα (Μαρσέλ, όπως Μαρσέλ Καρνέ ή Μαρσέλ Πανιόλ, αλλά και Αρλετί, όπως η πρωταγωνίστρια των "Παιδιών του Παραδείσου" του Μαρσέλ Καρνέ), τους ηθοποιούς (Jean-Pierre Léaud, Pierre Etaix, ο μαυροφορεμένος επιθεωρητής Jean-Pierre Darroussin), τη σταθερή αναφορά στον Tati, αλλά πάνω απ' όλα με την απεικόνιση μιας Γαλλίας του παρελθόντος, μιας εργατικής κοινότητας που δεν υπάρχει πια, μιας επαρχιακής φτωχογειτονιάς με τους χαρακτηριστικούς τύπους της (τη φουρνάρισσα, τον Άραβα μπακάλη, τον ψαρά και την ιδιοκτήτρια του μπαρ), που παραπέμπουν άλλωστε στις κοινότητες και τους τύπους των ταινιών του Μαρσέλ Πανιόλ.
Αφού λοιπόν γνωρίσαμε τους διάφορους τύπους της γειτονιάς και αφού εμφανίστηκε ο μικρός Αφρικανός Ιντρίσα κλεισμένος σε ένα κοντέινερ με προορισμό το Λονδίνο, τίθεται το διακύβευμα της ταινίας: ακούμε στο νοσοκομείο το διάλογο μεταξύ του γιατρού και της βαριά άρρωστης Αρλετί: "Δηλαδή δεν έχω ελπίδες, γιατρέ;" "Καμιά φορά γίνονται θαύματα." "Όχι στη γειτονιά μου." Αυτό είναι το ερώτημα: μπορεί να γίνει το θαύμα και η γειτονιά να ξαναβρεί τις αξίες της ανθρωπιάς και της αλληλεγγύης μιας άλλης εποχής και να συνασπιστεί για να σώσει τον Ιντρίσα από τα νύχια των ανθρωποβόρων μήντια, τον υπερβάλλοντα ζήλο της αστυνομίας, τον επίδοξο καταδότη Jean-Pierre Léaud; Τελικά, ο Καουρισμάκι καταφέρνει να δώσει ένα θέμα με το οποίο τελικά δεν έχουν ασχοληθεί και λίγοι δημιουργοί της εποχής μας (πολύ πρόσφατα τα παραδείγματα του "Welcome" του Philippe Lioret, που διαδραματίζεται άλλωστε στο γειτονικό της Χάβρης Calais, και του "Eden à l'Ouest" του Γαβρά, που λαμβάνει χώρα σε έναν απροσδιόριστο χρόνο και τόπο) με τον δικό του μοναδικό αισιόδοξο και χιουμοριστικό τρόπο, για να τονίσει μέσα από τη νοσταλγία, το ρομαντισμό, το όνειρο και το παραμύθι πώς δεν είναι και πώς θα μπορούσε να είναι η πραγματικότητα.
Μ.Μ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου