14/10/08

Appaloosa (Ed Harris, 2008)


Αν και το γουέστερν δεν αποτελεί πλέον πόλο έλξης για τους θεατές, το Χόλλυγουντ συνεχίζει σταθερά, κάθε χρόνο σχεδόν να μας δίνει κάποια ενδιαφέρουσα ταινία του είδους. Την περσινή χρονιά ξεχώρισε το σχετικά αργό σε ρύθμο, αλλά εξαιρετικό κατά τα άλλα Τhe Assassination of Jesse James by The Coward Robert Ford, ενώ το 3:10 To Yuma αν και έκοψε αρκετά εισιτήρια ήταν αντιστοίχως αρκετά απογοητευτικό, θυμίζοντας περισσότερο ταινία δράσης με ανύπαρκτο σενάριο, παρά remake της παλιότερης ταινίας του Delmer Daves.

Οκτώ χρόνια μετά τη βιογραφία του Pollock ο γνωστός ηθοποιός Ed Harris περνά και πάλι πίσω από τον φακό και μας δίνει την πρώτη ενδιαφέρουσα αμερικάνικη ταινία της καινούργιας κινηματογραφικής χρονιάς. Και πρόκειται για γουέστερν.

Στο μικρό και απομονωμένο Appaloosa του New Mexico, μετά από την δολοφονία του σερίφη και δύο βοηθών του, οι τρομοκρατημένοι κάτοικοι προσλαμβάνουν τον Virgil Cole (Ed Harris) και τον σύντροφό του Everett Hitch (Viggo Mortensen), δίνοντάς τους πλήρη ελευθερία προκειμένου να πάρουν πίσω τον έλεγχο της πόλης από τη συμμορία ενός αδίστακτου ιδιοκτήτη ράντζου Randall Bragg (Jeremy Irons). Η άφιξη μιας νεαρής χήρας (Renée Zellweger) θα απειλήσει τις ισορροπίες, τον επαγγελματισμό και την φιλία των δύο πρωταγωνιστών.

Διασκευάζοντας το μυθιστόρημα του Robert B. Parker, ο Harris σκηνοθετεί ένα αρκετά ρεαλιστικό γουέστερν, στο κέντρο του οποίου τοποθετεί τα ζήτηματα της συντροφικότητας και της εμπιστοσύνης, δύο θέματα τα οποία άλλωστε αποτελούν παραδοσιακό συστατικό των ταινιών του είδους (από τον John Ford και τον Howard Hawks, μέχρι το The Unforgiven του Clint Eastwood).

Στο Appaloosa όμως ο σκηνοθέτης, πρωταγωνιστής και σεναριογράφος Ed Harris δεν ενδιαφέρεται μονάχα για την φιλία των δύο επαγγελματιών σερίφηδων, πλαισιώνοντάς την με μερικές καλογυρισμένες σκηνές δράσης και προσεγμένη δόση χιούμορ. Η ευλαβική προσήλωση στη δουλειά τους και στους ηθικούς κανόνες (ο Virgil Cole στην αρχή μοιάζει σαν μια μηχανή φτιαγμένη για να επιβάλλει τον όποιο- νόμο), τα συναισθηματικά κενά τα οποία ο καθένας από τους ήρωες προσπαθεί να γεμίσει με διαφορετικό τρόπο, ο φόβος της προδοσίας και της μοναξιάς, όλα αυτά αποτελούν κομμάτια της πρωτότυπης μελέτης της Άγριας Δύσης και των ανθρώπων της από τον Harris. Ακολουθώντας βήμα πρός βήμα τους καθιερωμένους κώδικες του γουέστερν (μονομαχίες στους δρόμους της πόλης, προδοσίες, η απαραίτητη επίθεση των Ινδιάνων, η αναχώρηση του μοναχικού ήρωα προς τον μακρινό ορίζοντα στο τέλος της ταινίας), το Appaloosa βλέπει με μια εντελώς καινούργια ματιά το πιο κλασικό αμερικανικό κινηματογραφικό είδος. Τα όρια ανάμεσα στο νόμιμο και το παράνομο είναι εδώ σχεδόν ανύπαρκτα : για να συλλάβουν τον « κακό » οι δύο σερίφηδες ζητούν να επιβληθεί εν λευκώ ο δικός τους νόμος στην πόλη. Οι δύο επαγελματίες δολοφόνοι που προσλαμβάνει με τη σειρά του ο Randall Bragg, γνωρίζουν από παλιά τον Cole, καθώς και οι ίδιοι δούλευαν στο παρελθόν ως « άνθρωποι του νόμου » με συμβόλαιο. Και τέλος ο επικίνδυνος και παράνομος κτηματίας παίρνει πλήρη άφεση αμαρτιών τόσο από τον ίδιο τον πρόεδρο των ΗΠΑ, όσο και από τους άλλοτε φοβισμένους και καταπιεσμένους κατοίκους του Appaloosa.

Με τις λίγες αλλά αρκετά καλογυρισμένες σκηνές δράσης να θυμίζουν περισσότερο τους ρεαλιστικούς πυροβολισμούς του Dead Man του Jim Jarmusch (1995) παρά τις υπερβολικές « χορογραφίες » βίας άλλων σύγχρονων γουέστερν, και τους προσεκτικά σκιαγραφημένους χαρακτήρες του (πολύ καλές ερμηνείες τόσο στους κεντρικούς όσο και τους δευτερεύοντες ρόλους), ο Ed Harris δεν αμφισβητεί ούτε προσπαθεί να απομυθοποιήσει το κινηματογραφικό αυτό είδος. H Village Films επέλεξε να το προωθήσει ως « το γουέστερν της χρονιάς, μια ιστορία αντρικής φιλίας και κλασικής δράσης », ευτυχώς όμως το Appaloosa είναι κάτι πολύ παραπάνω απαυτό.

A.T.

Δεν υπάρχουν σχόλια: