Lust For Life (Vincente Minnelli, 1956)
Ποτέ άλλοτε ο κινηματογράφος δεν πλησίασε τόσο πολύ την ζωγραφική. Και ποτέ άλλοτε δεν είδαμε στη μεγάλη οθόνη ένα πορτραίτο καλλιτέχνη τόσο ζωντανό και τόσο δραματικά αληθινό, όπως απεικόνισε τον Vincent Van Gogh η κινηματογραφική παλέτα του Vincente Minnelli στο Lust For Life. Πιο γνωστός για τα μιούζικαλ και τις ρομαντικές του κωμωδίες (μεταξύ πολλών άλλων αναφέρουμε τα Ένας Αμερικανός στο Παρίσι, The Band Wagon, Gigi), ο κατεξοχήν ονειροπόλος δημιουργός του Hollywood σκηνοθέτησε κατά τη δεκαετία του 50 και του 60 ορισμένα από τα πιο ενδιαφέροντα μελοδράματα του αμερικανικού κινηματογράφου (The Bad and The Beautiful, Tea and Sympathy), τα οποία όμως παρέμειναν στη σκιά της υπόλοιπης, πιο εμπορικής, φιλμογραφίας του. Δυστυχώς η κινηματογραφική κριτική υπήρξε αρκετά αυστηρή με τον αμερικανό δημιουργό : κατά τη δεκαετία του 50, ο François Truffaut και τα Cahiers du cinéma εξόριζαν τον Minnelli από το «Πάνθεον» των δημιουργών της 7ης Τέχνης, θεωρώντας τον -αδίκως- ως «σκλάβο» της χολλυγουντιανής βιομηχανίας.
Ο κινηματογράφος του Minnelli συνδέεται άμεσα με τη ζωγραφική. Τα εξαιρετικά χρώματά του, τα καδραρίσματά του, η σύνθεση των πλάνων του (η συγκεκριμένη ταινία είναι μάλιστα γυρισμένη σε cinemascope, προοριζόταν δηλαδή για προβολή σε πανοραμική οθόνη), οι συνεχείς αναφορές σε ζωγράφους και πίνακες, τον έχουν σήμερα αναγάγει στον σπουδαιότερο εικονοπλάστη σκηνοθέτη του κλασσικού αμερικανικού σινεμά. Αρκεί να θυμηθεί κανείς την περίφημη σκηνή στο Ένας Αμερικανός στο Παρίσι, όπου το πρωταγωνιστικό ζευγάρι χορεύει με φόντο -ή πιο σωστά μέσα σε- γνωστά έργα ιμπρεσσιονιστών και μετα-ιμπρεσσιονιστών ζωγράφων, ή ακόμα τις εμφανείς επιρροές από τους άγγλους τοπιογράφους Thomas Gainsborough και John Constable στο ονειρικό Brigadoon, το οποίο ο Αμερικανός σκηνοθέτης γυρίζει το 1954. Στο Lust For Life η ζωγραφική φλέβα του Minnelli βρίσκει την καλύτερη και πιο ολοκληρωμένη έκφρασή της. Θυμίζοντας σε κάποια σημεία τα δύο προγενέστερα ντοκυμαντέρ του Allain Resnais γύρω από τον Ολλανδό ζωγράφο (1947 και 1948), ο σκηνοθέτης ενσωματώνει με κάθε τρόπο τους πίνακες μέσα στην αφήγησή του: άλλες φορές με τρόπους πιο συμβατικούς, εμφανίζοντάς τους για παράδειγμα κρεμασμένους στους τοίχους ή τη στιγμή που ο καλλιτέχνης τους ζωγραφίζει, άλλες στιγμές πάλι μας ξαφνιάζει, «ζωντανεύοντάς» τους στην κυριολεξία· ο θεατής έχει πραγματικά την εντύπωση ότι σχεδόν κάθε σκηνή της ταινίας μπορεί να κρύβει και ένα ζωγραφικό πίνακα.
Η βιογραφική ταινία (biopic) του Minnelli αν και παίρνει, αναπόφευκτα, ορισμένες ελευθερίες όσον αφορά τη ζωή του Van Gogh, βασιζόμενη εντούτοις σε μεγάλο βαθμό στα γράμματά του πρoς τον αδερφό του, Theo, επιτυγχάνει να παρουσιάσει με ρεαλιστικό τρόπο την τραγική πορεία του διάσημου ζωγράφου· οι μάταιοι έρωτες, οι προβληματικές φιλίες, οι καλλιτεχνικές φιλοδοξίες και σκέψεις, η αβάσταχτη μοναξιά, όλα τούτα αποδίδονται στην ταινία σχεδόν όπως εκφράζονται και μέσα στα γραπτά του. Ο Kirk Douglas, αν και δεν αποφεύγει σε κάποιες στιγμές τους χολλυγουντιανούς μανιερισμούς, δεν ερμηνεύει απλώς αλλά είναι ο Vincent Van Gogh, έχοντας δίπλα του τον πολύ καλό Anthony Quinn στο ρόλο του Paul Gauguin.
Ο μεγαλύτερος κολορίστας της ιστορίας του κινηματογράφου συναντά τον μεγαλύτερο κολορίστα της ζωγραφικής, και συνθέτει μια μοναδική ταινία, η οποία θα παραμείνει και η αγαπημένη του.
Α.Τ.
4 σχόλια:
Από τις ταινίες που δεν έχω δει ακόμα και ψάχνω πώς και πώς. Καλή συνέχεια με το μπλογκ!
Δεν ξέρω αν έχει κυκλοφορήσει και στην Ελλάδα, αλλά στo amazon.com υπάρχει σε DVD και μάλιστα σε αρκετά καλή τιμή.
Ευχαριστούμε για τα σχόλια σου !
Πολύ χαίρομαι να διαβάζω διθυραμβικά κείμενα για τον Minnelli. Πρέπει να επανεκτιμηθεί το έργο αυτού του πραγματικού metteur en scene (η αναφορά στο Brigadoon είναι τέλεια), αν και δε συμφωνώ ότι πρόκειται για τον σπουδαιότερο εικονοπλάστη του αμερικανικού σινεμά, σίγουρα όμως ένας εκ των κορυφαίων. Οι ενστάσεις μου στην ταινία έχουν να κάνουν με την μάλλον άστοχα υπερβολική ερμηνεία του Douglas και την κάπως συμβατική παρουσίαση της ζωής του μεγάλου ζωγράφου.
Καταρχάς σε ευχαριστούμε πολύ για τα σχόλιά σου.
Όσον αφορά τις ενστάσεις σου τώρα.
Για τις υπερβολές στην ερμηνεία του Douglas έχεις δίκιο, το σημείωσα άλλωστε και στο κείμενο.
Όσον αφορά όμως τη συμβατική παρουσίαση για την οποία γράφεις, θεωρώ ότι αν και είναι κάτι το εξαιρετικά συχνό στις biopics, εδώ ο Minnelli συνθέτει μια ταινία τόσο εικαστικά άψογη, όπου ακόμα και αν παίρνει κάποιες σεναριακές ελευθερίες (συχνό φαινόμενο) ή αν δεν προτείνει έναν καινούργιο τρόπο παρουσίασης της βιογραφικής ταινίας, εντούτοις παρουσιάζει ένα έργο πιο ολοκληρωμένο από πρωτότυπες προσεγγίσεις - πχ. Klimt του Raoul Ruiz(2006).
Δημοσίευση σχολίου