Αν μπορούμε να συγκρίνουμε τις ταινίες για τον πόλεμο του Βιετνάμ με αυτές για τον πόλεμο του Ιράκ, θα έπρεπε πρώτα να ξεκινήσουμε από την εξής παρατήρηση: οι πρώτες μείζονες ταινίες για το Βιετνάμ εμφανίζονται σχεδόν 20 χρόνια μετά την έναρξη του πολέμου και σίγουρα μετά το τέλος του∙ οι αντίστοιχες για το Ιράκ εμφανίζονται μόλις 5 χρόνια μετά την αμερικανική εισβολή και ενώ ο πόλεμος μαίνεται ακόμα. Μέσα σε λίγους μήνες είδαμε τρεις ταινίες για το Ιράκ: In the Valley of Elah του Paul Haggis, Battle for Haditha του Nick Broomfield και, τώρα πρόσφατα, Redacted του Brian De Palma. Σε αντίθεση όμως με τις μεγάλες ταινίες για το Βιετνάμ, τις μεγαλειώδεις σκηνοθεσίες τους, τις ευφάνταστες και συμβολικές μυθοπλασίες τους, οι ταινίες για το Ιράκ ακολουθούν μια ρεαλιστική κατεύθυνση: αντί να προσπαθήσουν να πραγματευτούν την έννοια του πολέμου στο σύνολό του, επιλέγουν μικρές ιστορίες, αληθινά γεγονότα και βιώματα, και προσπαθούν να τα αναπαραστήσουν, ο κάθε σκηνοθέτης με τον τρόπο του. Αυτό που συνδέει τις τρεις ταινίες, είναι τελικά τα κοινά τους προτερήματα και μειονεκτήματα, τα οποία άλλωστε συναντάμε διαρκώς στις αμερικάνικες πολεμικές ταινίες: αφενός, «καλές προθέσεις», αντιπολεμική θέση, καταγγελία του υπερπατριωτισμού και της έκπτωσης των αξιών∙ αφετέρου, εμμονή σε στερεότυπα, μονόπλευρη θέαση των γεγονότων, αδυναμία υπέρβασης.
Ας ξεκινήσουμε με χρονολογική σειρά: ο Paul Haggis, θριαμβευτής τα τελευταία χρόνια στα Όσκαρ με το Crash όσο και με το σενάριο του Million Dollar Baby, υπογράφει την πιο συμβατική ίσως ταινία, την πιο χολυγουντιανή από τις τρεις. Ένας πατριώτης πατέρας, ο όλο και πιο ώριμος Tommy Lee Jones, πρώην στρατιωτικός και βετεράνος του Βιετνάμ, αφού έχει χάσει τον έναν του γιο στο Ιράκ, αναζητεί το γιατί της δολοφονίας του δεύτερου γιου του αφού γύρισε από το Ιράκ. Για να μάθει τι του συνέβη, θα πρέπει να έρθει αντιμέτωπος με τους συναδέλφους του γιου του, προσπαθώντας να τους αποσπάσει την αλήθεια, και θα γνωρίσει από πρώτο χέρι το κλίμα που επικρατεί στο μέτωπο, τις τραυματικές εμπειρίες που βιώνουν οι αμερικάνοι στρατιώτες. Ενώ όμως η ταινία με τις εικόνες της και τους συμβολισμούς της μπορεί να είναι μια γροθιά για το φαντασιακό του αμερικάνου θεατή (η αστερόεσσα τοποθετημένη ανάποδα από έναν πρώην στρατιωτικό δεν είναι μικρό πράγμα για τους αμερικάνους, είναι η έσχατη βεβήλωση της σημαίας), μάλλον δεν καταφέρνει να πείσει και εμάς για τη μεταστροφή ενός υπερπατριώτη βετεράνου σε ευαισθητοποιημένο αντίμαχο του πολέμου (δεν τον άλλαξε το Βιετνάμ, ο θάνατος του πρώτου γιου, έπρεπε να έρθει ένανς δεύτερος θάνατος). Έτσι πάντως, μπορούμε να διαβλέψουμε και τη φιλοδοξία της ταινίας: αφού μεταπείστηκε ο πιο δύσπιστος, θα πρέπει να μεταπειστεί και η κοινή γνώμη (γιατί άραγε δεν μεταπείθεται;).
Στο Battle for Haditha, ο ντοκυμενταρίστας Nick Broomfield αποφασίζει να κάνει μια πιστή αναπαράσταση ενός συμβάντος που σόκαρε την αμερικάνικη και παγκόσμια κοινή γνώμη, όταν αμερικάνοι στρατιώτες, ύστερα από μια έκρηξη βόμβας που σκότωσε έναν δικό τους, εκτέλεσαν εν ψυχρώ δεκάδες αμάχους για εκδίκηση και συνετισμό. Το περιστατικό θα διέφευγε της κοινής γνώμης αν δεν υπήρχε το βίντεο ενός ερασιτέχνη ιρακινού που κατέγραψε τι συνέβη και διέψευσε τις μαρτυρίες των υπευθύνων. Ο σκηνοθέτης λοιπόν επιλέγει δύο οπτικές γωνίες: η κάμερά του ακολουθεί από τη μία τους αμερικάνους στρατιώτες, από την άλλη τους ιρακινούς, αντάρτες ή πολίτες. Μόνο και μόνο το γεγονός ότι βλέπει τα γεγονότα και από τις δύο πλευρές είναι αξιομνημόνευτο: σπάνια βλέπουμε αμερικάνικες πολεμικές ταινίες που ασχολούνται με την άλλη πλευρά (μία από αυτές είναι φυσικά τα Γράμματα από την Ιβοτζίμα, σε σενάριο – τίνος άλλου – του Paul Haggis). Ωστόσο, αν και η συγκεκριμένη ταινία ξεπερνά την παιδική ασθένεια που εμφανίζουν οι περισσότερες ταινίες του είδους της, αναρωτιόμαστε πώς να ερμηνεύσουμε την επιθυμία του σκηνοθέτη να παρουσιάσει τις δύο πλευρές εξίσου κριτικά, αλλά και την αδυναμία του να χτίσει χαρακτήρες ιρακινών: ναι μεν δαιμονοποιούνται οι αδαείς και αποκτηνωμένοι αμερικανοί στρατιώτες, αλλά παράλληλα, ίσως λιγότερο εμφανώς, δαιμονοποιούνται και οι ιρακινοί: η επιμονή του σκηνοθέτη στον αλκοολικό ιρακινό ή στην ερωτική σκηνή του ιρακινού ζεύγους, ίσως υπογείως να επιβραβεύει την αμερικανική εκστρατεία απελευθέρωσης του ιρακινού λαού.
Και περνάμε στην πιο φιλόδοξη από τις τρεις ταινίες, την τελευταία δουλειά του Brian De Palma. Και αυτός με τη σειρά του εμπνέεται από ένα πραγματικό(;) συμβάν, τον βιασμό μιας ιρακινής από αμερικάνους στρατιώτες και τη δολοφονία ολόκληρης της οικογένειάς της. Η αρχική φιλοδοξία του De Palma ήταν να χτίσει την ταινία του με πραγματικές εικόνες, ερασιτεχνικά βίντεο στρατιωτών, βίντεο ανταρτών με εκτελέσεις ή επιθέσεις, βίντεο από σελίδες του ίντερνετ από γυναίκες στρατιωτών. Ωστόσο, το σχέδιό του αυτό προσέκρουσε στον κυκεώνα των δικαιωμάτων και αποφάσισε να αναπλάσει τα βίντεο αυτά εξαρχής. Οι δύο λοιπόν βασικές πηγές εικόνων είναι πρώτον η κάμερα ενός εκ των στρατιωτών που καταγράφει με ηδονοβλεπτικό τρόπο τόσο τη δολοφονία ενός από τους αμερικάνους στρατιώτες όσο και τον βιασμό της ιρακινής, και δεύτερον ένα υποθετικό πολεμικό ρεπορτάζ από γάλλους απεσταλμένους. Κατά τα άλλα βλέπουμε επίσης μέσα από κάμερες παρακολούθησης, αλλά και δικτυακές σελίδες που μας αποκαλύπτουν πώς βιώνουν τον πόλεμο οι αμερικανοί πολίτες. Ο De Palma είναι τελικά αυτός που επιτίθεται με μεγαλύτερο μένος στη συντηρητική αμερικανική πολιτική, σε σημείο που η ταινία του έφτασε να χαρακτηριστεί αντιαμερικανική. Σίγουρα, μια τέτοια ταινία δεν θα μπορούσε να είχε γίνει την εποχή του Βιετνάμ (ο ίδιος ο De Palma έχει γυρίσει μια αντίστοιχη ιστορία στο Casualties of War, αλλά 14 χρόνια μετά τον τερματισμό του πολέμου). Όμως νομίζω ότι η οργή του τον οδηγεί τελικά να παρουσιάσει πράγματα και καταστάσεις ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που τα παρουσιάζει ο πολιτικός εχθρός του: άσπρα ή μαύρα.
Τελικά, η ταινία του De Palma μας οδηγεί σε μια διαπίστωση που ισχύει σε ένα βαθμό και για τις άλλες δύο (ως προς τις εικόνες από το κινητό του γιου στο In the Valley of Elah, το βίντεο του ιρακινού ερασιτέχνη). Υπάρχει ένας πόλεμος εικόνων, ένας πόλεμος μέσα από εικόνες, ένας πόλεμος που μπορεί να έρθει στην επιφάνεια μόνο αν αποκαλυφθούν αυτές οι εικόνες, και μόνο αν υπάρξουν τα μέσα για να αποκωδικοποιηθούν και ερμηνευτούν. Οι τρεις ταινίες ανταποκρίνονται σε μια ανάγκη του καιρού τους: η Αμερική δεν έχει εικόνες από τον πόλεμο, σε αντίθεση με την πληθώρα εικόνων τον καιρό του Βιετνάμ, επομένως κάποιος πρέπει να αναλάβει να σταθεί ανάμεσα στις εικόνες προπαγάνδας που εκπέμπουν και οι δύο πλευρές, να αναζητήσει ψήγματα αλήθειας όπου αυτά βρίσκονται και να κατορθώσει να δημιουργήσει κάτι που να μην είναι προπαγάνδα (ο Haggis το λέει ξεκάθαρα: "τα media δεν έκαναν τη δουλειά τους, άρα πρέπει να την κάνει κάποιος άλλος"). Και σε αυτό το σημείο θεωρώ ότι οι συγκεκριμένες ταινίες δεν κάνουν την υπέρβαση: εκπληρώνουν απλώς το καθήκον τους, σε μια κρίσιμη στιγμή για την ιστορία. Ίσως αυτή τη στιγμή να είναι ακόμα νωρίς για να γίνει η υπέρβαση∙ και ελπίζουμε να μην είναι αργά για να υπάρξει αντίσταση.
3 σχόλια:
mpenw arketes meres twra elpizodas oti kapou tha xete anaferei kati gia to into the wild kai telika to vrika-den epsaxna kala toso kairo. distixws den mporw na kanw comment ekei kai ekmetallevomai o diko sou post.
parolo pou o A.T ta pe ola me megali epityxia, na parathesw ws tapeinh cinefil ta eksis...i tainia den mporei na vgei ap to myalo mou...ligo h tragwdia tis alithinis istorias pou panta me epirreazei, ligo h peistiki apodosi tou prwtagwnisti ,oi apithana dosmenes eikones, kai ennoeitai kata poly h mousiki(top 5 ost) se vazoun mesa stin istoria, isws giati panta itheles ena kommati afpo afti tin apodrasi, de mporeis na meineis anepirreastos. megali aporia pou mallon to diko mou to myalo protima na krataei...einai ena happy end?kai gia ton supertramp, kai gia mas?o skinothetis to afinei ligo ston aera, me dilwseis opws happiness is only real when shared alla kai me dakrya eftyxias sto vlemma pros ton ourano...
o sean penn ekane poly kalh douleia ,apla.
sorry gia to asxeto tou sxoliou.
Γιατί δεν μπόρεσες να αφήσεις σχόλιο εκεί που έπρεπε δεν το καταλαβαίνω και θα ήθελα κι εγώ να μάθω.
Τελοσπάντων. Ίσως να μπορούμε και να τα μεταφέρουμε.
Για μένα, το τέλος του Into the wild μόνο happy δεν μπορεί να θεωρηθεί. Αλλά ίσως αυτό που λες να είναι και η παρέμβαση του Sean Penn στην πραγματική ιστορία. Δεν έχω διαβάσει βέβαια τα όσα έχει γράψει ο τύπος, αλλά το ότι βρήκε επιτέλους το Θεό που αναζητούσε μου φαίνεται μάλλον έξωθεν παρέμβαση (δεδομένου ότι ο S.Penn έχει κάτι τέτοια μεταφυσικά κολλήματα).
Αν ο Α. έχει άλλη γνώμη ας εκφραστεί.
Stay tuned
MM
Δημοσίευση σχολίου