Η παρουσίαση της μυθοπλασίας μιας μικρής εβραίας τον καιρό του Ολοκαυτώματος ως αληθινής ιστορίας έχει τις συνέπειές της. Μερικές είναι ανησυχητικές.
Ήταν λοιπόν ψέματα. Η συγγραφέας Misha Defonseca παραδέχτηκε τελικά ότι το αφήγημα που είχε δημοσιεύσει και παρουσίαζε ως αυτοβιογραφία, ως αληθινή της ιστορία που συγκλόνιζε τους αναγνώστες της, ήταν τελικά αποκύημα της φαντασίας. Το βιβλίο της Survivre avec les loups, ένα best-seller που μεταφράστηκε σε ολόκληρο τον κόσμο και που η κινηματογραφική διασκευή του έχει ήδη προσελκύσει στις αίθουσες εκατομμύρια θεατών (πάνω από 500000 στη Γαλλία), διηγείται την ιστορία μιας μικρής εβραίας, εν μέσω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, της οποίας οι γονείς συνελήφθησαν από τη Γκεστάπο. Ξεκινώντας να τους βρει με τα πόδια, διασχίζει χιλιάδες χιλιόμετρα στην Ευρώπη και κατορθώνει να επιβιώσει χάρη σε ένα κοπάδι λύκων που την υιοθετούν.
Αυτό το όμορφο παραμύθι ευνοήθηκε από μια τεράστια διαφημιστική καμπάνια και, επαναλαμβάνοντας με επιτυχία τον μύθο της λύκαινας τροφού που συγκινεί από την εποχή του Ρωμύλου και του Ρέμου ως τον Κίπλινγκ, κέρδισε τα πλήθη. Ωστόσο, από τον καιρό της δημοσίευσής του, το βιβλίο προκάλεσε δικαιολογημένα τον σκεπτικισμό: τόσο ιστορικοί όσο και ο ειδικός του κόσμου των ζώων Serge Aroles είχαν καταγγείλει την απάτη και είχαν αναδείξει την αναληθοφάνεια της διήγησης. Ο τελευταίος μάλιστα φώναζε εδώ και χρόνια ενάντια στην παραποίηση, χωρίς να τον ακούει κανείς. Γιατί; Γιατί άγγιζε κάτι ιερό, και αμέσως τον υποπτεύονταν για «αντισημιτισμό»…
Δεν είναι η πρώτη φορά που ένα βιβλίο που αυτοανακηρύσσεται ως αυτοβιογραφία αποδεικνύεται μυθοπλασία, προκαλώντας πολεμική και οργή εκ μέρους των αναγνωστών που αισθάνονται προδομένοι. Διότι αυτοβιογραφία σημαίνει δέσμευση, όρκο. Όταν διηγούμαστε τη ζωή μας, υπογράφουμε την περίφημη συνθήκη της αυτοβιογραφίας, όπως περιγράφεται από τον Philippe Lejeune: ο συγγραφέας ορκίζεται ότι «τα πάντα είναι αλήθεια και μόνο αλήθεια». Και αναλαμβάνει το ρίσκο να τον αντικρούσουν, να τον σύρουν στο δικαστήριο, αν λέει ψέματα. Να γράψει κανείς για τη ζωή του, σημαίνει να πάρει ένα ρίσκο, και να πληρώσει το τίμημα.
Η συγγραφέας, Misha, αμύνεται: «Μου είναι αδύνατον να ξεχωρίσω τη διαφορά μεταξύ της πραγματικότητας και του εσωτερικού μου κόσμου.» Όμως οι αναγνώστες ξεσηκώνονται και θυμώνουν μαζί της γιατί η ιστορία της τους συγκίνησε, ενώ «όλα ήταν ένα ψέμα». Άλλοι ανταπαντούν ότι όποτε διηγούμαστε μια ιστορία πάντα επινοούμε κάτι, υπάρχει πάντα το φανταστικό σε κάθε διήγηση, ότι κάθε γραφεί είναι μια νέα επινόηση. Σε κάθε συγγραφέα τυχαίνει να μεταφέρει με πιστότητα πραγματικά συμβάντα, αφηγούμενα με ακρίβεια σε ένα μυθιστόρημα, τα οποία όμως να φαίνονται «απίστευτα» στον αναγνώστη. Ο Maupassant λέει σωστά: «Το αληθινό μπορεί καμιά φορά να φαίνεται αναληθοφανές».
Αυτή η ιστορία θυμίζει την περίπτωση του Benjamin Wilkomirski, που είχε καταθέσει τις φανταστικές αναμνήσεις του από τον εκτοπισμό. Και στις δύο περιπτώσεις, επειδή το ζήτημα άγγιζε την εβραϊκή ταυτότητα και το Ολοκαύτωμα, ο θυμός πολλαπλασιάστηκε. Στην πραγματικότητα η Misha λέγεται Monique Dewael, ένα όνομα που φαίνεται να απεχθάνεται σε σημείο που δεν θέλει να παραδεχτεί ότι το άλλαξε. Δηλώνει: «Ονομάζομαι Monique Dewael, αλλά από όταν ήμουν τεσσάρων θέλω να το ξεχάσω.» Επινοεί επομένως μια ταυτότητα και δηλώνει Εβραία. Μαθαίνουμε όμως ότι δεν είναι, ότι είναι βαφτισμένη. Οι γονείς της πράγματι εκτοπίστηκαν, αλλά ως μέλη της αντίστασης.
Όλα συμβαίνουν λες και σήμερα μόνο η εβραϊκή ταυτότητα έχει τη νομιμότητα να μιλάει για εκτοπισμό, λες και μόνο ένας Εβραίος μπορεί να γράψει για το θέμα συγκινώντας μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων. Και όμως, το L’espece humaine του αντιστασιακού Robert Antelme είναι μια αδυσώπητη μαρτυρία. Λίγοι βέβαια το έχουν διαβάσει.
Η μετανιωμένη Misha προσθέτει: «Πάντοτε ένιωθα Εβραία», εξοργίζοντας κάποιους ακόμα αναγνώστες της, που υπήρξαν Εβραίοι χωρίς να το έχουν θελήσει και δεν «νιώθουν» Εβραίοι, ή που θα ήθελαν ακόμα και να απαλλαχθούν από αυτή την ταυτότητα την οποία της περισσότερες φορές δεν επιλέγουμε. Επαναφέρει το ερώτημα τι θα πει να είναι κανείς Εβραίος, ποιος αποφασίζει αν ανήκουμε ή όχι σε μια κοινότητα, αν τελικά ο Εβραίος προσδιορίζεται από κάποιον τρίτο, τον άλλο. Και αν «η μικρή εβραιοπούλα» είναι το σύμβολο του κατεξοχήν θύματος, μήπως ήταν μόνο μια προβολή, μια ιδεατή ταύτιση;
Ήδη κάποιοι ανησυχούν για τις άμεσες συνέπειες αυτού του ψέματος που μπορεί να εξυπηρετήσει τον αρνητισμό, αφού, αν εκείνη επινόησε και έκανε πιστευτή σε εκατομμύρια ανθρώπους το αφήγημά της, θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί πως όλα όσα διηγείται είναι ψέματα. Ορισμένοι καθηγητές, συνειδητοποιώντας το καθήκον της μνήμης που κυριαρχεί αυτή τη στιγμή τις διαμάχες για την εκπαίδευση, πήγαν τους μαθητές τους να δουν την ταινία που προέκυψε από το βιβλίο της Misha, όπου ο κινηματογράφος και η εικόνα παραποιούν ακόμα περισσότερο την αληθινή Ιστορία που θα έπρεπε να αποκατασταθεί.
Και ξαναρχίζουν οι συζητήσεις, «αν μπορούμε να γράψουμε μυθοπλασία για το Ολοκαύτωμα», ο Lanzmann εναντίον του Spielberg και του Benigni, η Άννα Φρανκ και ο Πρίμο Λέβι ενάντια στην πλαστή ιστορία του Martin Gray... Άλλοι αγανακτούν με τον εμπορικό χαρακτήρα των μαρτυριών, και θεωρούν ότι χάρη στην ετικέτα «αληθινή ιστορία» πούλησε το βιβλίο και η ταινία. Ίσως. Αλλά για να πουλήσουμε το αληθινό πρέπει και η ιστορία να είναι… ιδιαιτέρως μυθιστορηματική.
[…] Πέρα απ’ όλα αυτά, στο βιβλίο της Misha, θα μπορούσαμε να συγκινηθούμε με το πραγματικό εσωτερικό μαρτύριο της μυθομανίας της, ό,τι κρύβεται πίσω από την ιστορία των λύκων. Οι ψυχαναλυτές θα αναζητήσουν την ερμηνεία: ποιοι είναι τελικά οι λύκοι για εκείνη; Ο καθένας μπορεί να επιλέξει. […]
(μετάφραση και αναδημοσίευση, Μ.Μ.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου